40 ημέρες ακριβώς μετά την Εορτή των Χριστουγέννων, δηλαδή στις 2 Φεβρουαρίου κάθε χρόνο η Αγία μας Εκκλησία εορτάζει την Εορτή της Υπαπαντής, δηλαδή της συνάντησης του Χριστού με τον δίκαιο Σημεών στα Ιεροσόλυμα. Η εορτή της Υπαπαντής, ανήκει στις εορτές του δωδεκαόρτου, δηλαδή τις σημαντικότερες 12 εορτές της Εκκλησίας. Ο εορτασμός της (καταβασίες) ξεκινάει στις 15 Ιανουαρίου, μετά την απόδοση των Φώτων (τέλος της περιόδου των Φώτων 14 Ιανουαρίου), κορυφώνεται την κυριώνυμο ημέρα, 2 Φεβρουαρίου, και ολοκληρώνεται στις 9 Φεβρουαρίου με την απόδοση της Εορτής.
Η Εορτή της Υπαπαντής έχει το μοναδικό προνόμιο να αποτελεί και Δεσποτική και Θεομητορική εορτή. Το περιεχόμενό της, αυτό δηλαδή που που εορτάζεται από την Εκκλησία μας είναι η «προσφορά» του Ιησού στο Ναό από την μητέρα Του Μαρία και τον θετό Του πατέρα-Προστάτη της Παναγίας Ιωσήφ, σαράντα ημέρες μετά τη γέννησή Του. Ήταν μια παράδοση του Μωσαϊκού Νόμου για τα πρωτότοκα αγόρια που την τήρησαν οι κηδεμόνες του Ιησού ως πιστοί Εβραίοι. Κατ’ αναλογίαν σήμερα ισχύει και στην εποχή της Καινής Διαθήκης και είναι ο γνωστός «σαραντισμός» που τελούν οι μητέρες με το παιδί τον πρώτο τους επίσημο εκκλησιασμό μετά τον τοκετό και την είσοδό τους στον Χριστιανικό Ναό.
Η Υπαπαντή έλαβε χώρα στο ναό του Σολομώντα όπου έγινε η τελετή, ο Κύριος ως τεσσαρακονθήμερο βρέφος και η Παναγία μας ως λεχώνα, συνάντησαν δύο πρόσωπα με προφητικό χάρισμα, τον γέροντα Συμεών και την γερόντισσα Άννα (όχι τη μητέρα της Μαρίας). Και οι δύο αναγνώρισαν στο πρόσωπο του βρέφους τον Μεσσία και προφήτευσαν σχετικά με το λυτρωτικό έργο του προσαγομένου βρέφους. Το περιστατικό αναφέρεται αυτούσιο στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο (β΄22-40). Ο Συμεών που έλαβε τον τίτλο «Θεοδόχος» κατοικούσε στην Ιερουσαλήμ. Ήταν δίκαιος, ευλαβής και φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα, που του είχε φανερώσει ότι δε θα πέθαινε πριν δει το Χριστό. Η χαρμόσυνη αυτή πληροφορία τον εμψύχωνε ως τα βαθειά γεράματα του. Τέλος, ακριβώς σαράντα μέρες μετά τη γέννηση του Ιησού, το Πνεύμα τον πληροφόρησε ότι έπρεπε να πάει στο Ιερό. Ετοιμάστηκε, λοιπόν, με νεανική ζωηρότητα, πήγε εκεί και στάθηκε στην πόρτα, γεμάτος ευχαρίστηση και αγαλλίαση. Μέσα στην προσδοκία αυτή, φάνηκαν να έρχονται ο Ιωσήφ με την Παρθένο, που κρατούσε τον Ιησού. Ο Συμεών, πληροφορημένος από το Πνεύμα ότι το βρέφος αυτό είναι ο Χριστός, τρέχει και παίρνει τον Ιησού στην αγκαλιά του. Τον κρατάει ευλαβικά και, αφού καλά – καλά παρατήρησε το νήπιο και δέχθηκε όλη την ιλαρότητα της θείας μορφής του, ύψωσε το βλέμμα του επάνω και είπε ευχαριστώντας το Θεό: «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὃ ἠτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραὴλ» (Λουκ. β´ 29-31). Δηλαδή σε μετάφραση : «Τώρα, δηλαδή, πάρε την ψυχή μου Δέσποτα, σύμφωνα με το λόγο σου, ειρηνικά, διότι τα μάτια μου είδαν αυτόν που θα φέρει τη σωτηρία που ετοίμασες για όλους τους λαούς και θα είναι γι’ αυτούς φως, που θα αποκαλύψει τον αληθινό Θεό και θα δοξάσει το λαό σου Ισραήλ».
Η δε Προφήτιδα Άννα ήταν θυγατέρα του Φανουήλ και καταγόταν από τη φυλή του Ασήρ, ογδόου γιου του Ιακώβ. Παντρεύτηκε πολύ νέα, και μετά επτά χρόνια έμεινε χήρα. Από κει και πέρα έζησε μόνη της, χωρίς να έλθει πλέον σε νέο γάμο. Παρηγοριά και ευχαρίστηση της ήταν η προσευχή, η νηστεία, η ανάγνωση των Γραφών, η φιλανθρωπία και η συχνή παρουσία της στο Ιερό σ’ όλες τις πρωινές και εσπερινές δεήσεις. Για τον τρόπο αυτό της ζωής της, το Άγιο Πνεύμα μετέδωσε στην Άννα το προφητικό χάρισμα. Αξιώθηκε μάλιστα, αν και 84 ετών τότε να υποδεχθεί στο Ναό μαζί με τον δίκαιο Συμεών, το θείο Βρέφος. Κατά τη συνάντηση εκείνη, η καρδιά της Άννας υπερχάρηκε και σκίρτησε. Πλησίασε, προσκύνησε το παιδί και κατόπιν, αφού ευχαρίστησε και δοξολόγησε και αυτή το Θεό, διακήρυττε ότι ήλθε ο Μεσσίας προς όλους, οι όποιοι ζούσαν περιμένοντας με ειλικρινή ευσέβεια τη λύτρωση του Ισραήλ.Η μνήμη της Προφήτιδας Άννας επαναλαμβάνεται στις 28 Αυγούστου αλλά και στις 3 Φεβρουαρίου στην Σύναξη μαζί με τον Δίκαιο Συμεών.
Πέρα από το Θεολογικό και ιστορικό υπόβαθρο της Εορτής, αυτό που την χαρακτηρίζει επίσης και την διακρίνει είναι οι ωραίοι ύμνοι που ψέλνονται κατά τον Όρθρο και ιδιαίτερα στις καταβασίες και τους αίνους. Τόσο σε θεολογικό νόημα, αλλά τόσο και σε μέλος πραγματικά μαγνητίζουν το νου των πιστών και τον ανεβάζουν από τη γη στα ουράνια, από τα φθαρτά στα άφθαρτα, από τα προσωρινά στα αιώνια!
Ας προϋπαντήσουμε και εμείς στην ζωή μας τον Κύριο και ας υποδεχθούμε με χαρά στον Άγιο Οίκο του, κάθε άνθρωπο που εισέρχεται σε αυτόν και αποτελεί άλλωστε την εικόνα Του Θεού, ώστε ενωμένοι με τον Θεό και τους συνανθρώπους να ζούμε πραγματικά αυτή την τριαδολογική οντολογική προοπτική, προς αγιασμό των ψυχών και των σωμάτων μας! Αμήν!
Συγγραφέας: πρωτοπρεσβύτερος π. Αντώνιος Χρήστου, Θεολόγος – ΜΑ (Ορθόδοξη Θεολογία) ΕΑΠ