profitis ilias

Ενοριακά Νέα

Περί αγνείας του Αγίου Ιωάννη της Κλίμακος Β' μέρος

Κατὰ τὸν καιρὸ αὐτοῦ τοῦ πειρασμοῦ κατάλληλη βοήθεια γιὰ μᾶς εἶναι ὁ σάκκος, ἡ σποδός, ἡ ὁλονύκτιος ὀρθοστασία, ἡ στέρησις τοῦ ἄρτου, ἡ φλόγωσις τῆς γλώσσης ἀπὸ τὴν δίψα, ἡ ἐλάχιστη πόσις ὕδατος, ἡ διαμονὴ στοὺς τάφους, καὶ πρὸ πάντων ἡ ταπείνωσις τῆς καρδιᾶς. Καὶ ἀκόμη, ἐὰν εἶναι εὔκολο, ἡ βοήθεια ἀπὸ ἕνα πατέρα ἢ ἀδελφὸ ἱκανὸ καὶ μὲ γηραιὸ φρόνημα. Διότι ἀπορῶ, ἐὰν μπορῆ κάποιος μόνος του νὰ σώση πλοῖο ἀπὸ τὸ πέλαγος.

  1. Πολλὲς φορὲς ἡ ἴδια πτῶσις εἶναι ἑκατὸ φορὲς βαρύτερη ἀπὸ τὴν πτῶσι ἑνὸς ἄλλου. Τὸ κρίμα ὑπολογίζεται καὶ ἀπὸ τὸν τρόπο καὶ ἀπὸ τὸν τόπο καὶ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ ἁμαρτήσαντος καὶ ἀπὸ ἄλλα πολλά.
  2. Μοῦ περιέγραψε κάποιος ἕναν παράδοξο καὶ ὑψηλότατο βαθμὸ ἁγνότητος: «Κάποιος, μοῦ εἶπε, ἀτενίζοντας σωματικὸ κάλλος, παρακινούμενος ἀπὸ αὐτὸ ἐδοξολόγησε τὸν Δημιουργό. Καὶ μόνο ἀπὸ τὴν θέα του κινήθηκε σὲ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸν καὶ σὲ ἀκατάπαυστα δάκρυα. Καὶ σὲ κατελάμβανε θάμβος νὰ βλέπης τὸν βόθρο τοῦ ἑνὸς νὰ γίνεται μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο αἰτία στεφάνων στὸν ἄλλο». Ἐὰν πάντοτε αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἷς αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὰ θέματα ἔχη τὴν ἴδια αἴσθησι καὶ ἀντιμετώπισι, ἀνεστήθη ἄφθαρτος πρὸς τῆς κοινῆς ἀναστάσεως.
  3. Τὸ ἴδιο μέτρο ἂς ἔχωμε ϋπ΄ ὄψιν μας καὶ ὅσον ἀφορᾶ τὶς μελωδίες καὶ τὰ ἄσματα. Διότι ὅσοι εἶναι φιλόθεοι παρακινοῦνται σὲ πνευματικὴ χαρὰ καὶ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ δάκρυα, τόσο ἀπὸ τὰ κοσμικὰ ὅσο καὶ ἀπὸ τὰ θρησκευτικὰ μελωδήματα. Στοὺς φιληδόνους ὅμως συμβαίνει τὸ ἀντίθετο.
  4. Μερικοί, ὅπως τὸ εἴπαμε ἤδη, συμβαίνει νὰ πολεμοῦνται περισσότερο σὲ τόπους ἡσυχαστικούς. Καὶ δὲν εἶναι περίεργο. Διότι εἰσχωροῦν καὶ κατοικοῦν ἐκεῖ οἱ δαίμονες, ἀφοῦ ἐξωρίσθηκαν ἀπὸ τὸν Κύριον χάριν τῆς σωτηρίας μας στοὺς ἐρημικοὺς τόπους καὶ στὴν ἄβυσσο.
  5. Πολεμοῦν τὸν ἡσυχαστὴ φοβερὰ οἱ δαίμονες τῆς πορνείας, γιὰ νὰ τὸν φέρουν στὸν κόσμο, ἀφοῦ δῆθεν δὲν ὠφελεῖται καθόλου ἀπὸ τὴν ἔρημο.

Ὅταν εὐρισκώμεθα στὸν κόσμο, ἀπομακρύνονται ἀπὸ πλησίον μας, γιὰ νὰ μείνωμε μαζὶ μὲ τοὺς κοσμικούς, ἀφοῦ δῆθεν ἐκεῖ δὲν ἔχομε πόλεμο!

  1. Ὅπου πολεμούμεθα, ἐκεῖ ὁπωσδήποτε πολεμοῦμε τὸν ἐχθρὸ σκληρά.

Διότι ἐὰν δὲν ἀντιμετωπίζη πόλεμο ἐκ μέρους μας, γίνεται καὶ αὐτὸς φίλος μας.

  1. Εὐρισκόμενοι γιὰ κάποια ἀναγκαία ὑπηρεσία στὸν κόσμο, σκεπαζόμεθα ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ, ἴσως ἀπὸ τὴν εὐχὴ τοῦ Γέροντος, γιὰ νὰ μὴ βλασφημηθῆ ὁ Κύριος ἐξ αἰτίας μας.

Ἄλλοτε δὲν μᾶς συμβαίνει πτῶσις ἀπὸ ἀναισθησία, διότι ἔχομε ἀπὸ πρὶν μεγάλη πείρα καὶ ἔχομε χορτάσει ἀπὸ τὰ ὅσα παρατηροῦνται καὶ λέγονται καὶ διαπράττονται στὸν κόσμο. Καὶ ἄλλοτε διότι ὑποχωροῦν θεληματικὰ οἱ δαίμονες, ἀφίνοντας σ’ ἐμᾶς τὸν δαίμονα τῆς ὑπερηφανείας, ὁ ὁποῖος εἶναι ἱκανὸς νὰ τοὺς ἀναπληρώνη ὅλους.

  1. Ἀκούσατε ἕνα ἄλλο τέχνασμα καὶ μία ἄλλη πανουργία τοῦ ἀπατεῶνος, ὅσοι ἐπιθυμεῖτε νὰ ἐξασκῆτε τὴν ἁγνεία, καὶ φυλαχθῆτε.

Κάποιος ποὺ ἐδοκίμασε τὸν δόλο αὐτό μοῦ διηγήθηκε, ὅτι πλεῖστες φορὲς ὁ δαίμων τῆς πορνείας κρύπτει ἐντελῶς τὸν ἑαυτόν του. Ἔτσι ὑποβάλλει στὸν μοναχὸ τὴν ἐντύπωσι ὅτι εἶναι εὐλαβέστατος, τοῦ χορηγεῖ καὶ δάκρυα ἀκόμη ὅταν κάθεται καὶ συνομιλῆ μὲ γυναῖκες, παρακινώντας τὸν νὰ τὶς διδάσκη περὶ μνήμης θανάτου καὶ περὶ κρίσεως καὶ περὶ σωφροσύνης.

Καὶ ὅλα αὐτὰ γιὰ νὰ παρασυρθοῦν ἀπὸ τὰ λόγια του καὶ τὴν ψεύτικη εὐλάβεια κὰ νὰ προστρέξουν οἱ ἄθλιες στὸν λύκο σὰν σὲ βοσκό. Καὶ ἀφοῦ δημιουργηθῆ ἐν τῷ μεταξὺ ἀνάμεσά τους ἕνα κλίμα οἰκειότητος καὶ θάρρους, νὰ ὑποστῆ ὁ πανάθλιος τὴν πτῶσι.

  1. Νὰ ἀποφεύγωμε μὲ ὅλη μας τὴν δύναμι νὰ παρατηροῦμε ἢ νὰ ἀκοῦμε γιὰ καρπό, πού ὑποσχεθήκαμε νὰ μὴ τὸν γευθοῦμε ποτέ.

Θαυμάζω δὲ ἐὰν θεωρήσαμε τοὺς ἑαυτούς μας πιὸ ἰσχυροὺς ἀπὸ τὸν Προφήτη Δαβίδ, πράγμα ἀπαράδεκτο.

Τόσο ὑψηλὸς καὶ τόσο μεγάλος εἶναι ὁ ἔπαινος τῆς ἁγνείας, ὥστε μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Πατέρας νὰ τολμήσουν νὰ τὴν ὀνομάσουν ἀπάθεια.

  1. Ἰσχυρίζονται ὠρισμένοι πώς εἶναι ἀδύνατον νὰ ὀνομάζεται κανεὶς ἁγνὸς μετὰ τὴν γεῦσι τῆς ἁμαρτίας. Ἐγὼ ὅμως ἀντικρούοντας αὐτοὺς ἀποφαίνομαι: «Εἶναι δυνατὸν καὶ εὔκολο σ’ ὅποιον θέλει, νὰ μετακεντρίση τὴν ἀγριέλαιον σὲ καλλιέλαιον». Ἐὰν τὰ κλειδιὰ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν εἶχαν δοθῆ σ’ ἕναν παρθένο, ἴσως νὰ εἶχαν οἱ προαναφερθέντες δίκηο στὴν γνώμη τους. Ἐφ’ ὅσον ὅμως δὲν συμβαίνει αὐτό, ἂς τοὺς ἀποστομώση ἐκεῖνος πού καὶ πεθερὰ ἀπέκτησε καὶ ἁγνὸς ἔγινε καὶ τὰ κλειδιὰ τῆς βασιλείας κρατεῖ στὰ χέρια του.
  2. Πολύμορφος εἶναι ὁ ὄφις τοῦ σαρκικοῦ πολέμου. Αὐτοὺς πού δὲν ἐγεύθηκαν τὴν ἁμαρτία τοὺς σπρώχνει νὰ τὴν δοκιμάσουν μία μόνο φορά καὶ ἔπειτα νὰ σταματήσουν. Καὶ ὅσους τὴν ἐδοκίμασαν, μὲ τὴν ἀνάμνησι τοὺς ἐρεθίζει ὁ ἄθλιος νὰ τὴν δοκιμάσουν πάλι. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς πρώτους δὲν πολεμοῦν, διότι ἀγνοοῦν τὸ κακό. Οἱ δεύτεροι δέ, ἐπειδὴ ἐδοκίμασαν τὸ σιχαμερὸ αὐτὸ κακό, ὑφίστανται ἐνοχλήσεις καὶ πολέμους. Πολλὲς φορὲς ὅμως συμβαίνει καὶ τὸ ἀντίθετο.
  3. Ὅταν σηκωνόμαστε ἀπὸ τὸν ὕπνο εὐδιάθετοι καὶ εἰρηνικοί, σημαίνει ὅτι χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθοῦμε μᾶς συμπαρίστανται ἅγιοι Ἄγγελοι, καὶ κυρίως ὅταν ἔχωμε κοιμηθῆ μὲ πολλὴ προσευχὴ καὶ νηφαλιότητα. Ἀλλὰ μερικὲς φορὲς συμβαίνει νὰ εὐρισκώμεθα σὲ εὐχάριστη κατάστασι καθὼς ξυπνοῦμε, καὶ νὰ τὸ παθαίνωμε αὐτὸ ἀπὸ ὄνειρα καὶ φαντασίες πού προέρχονται ἀπὸ τοὺς δαίμονας.
  4. Εἶδα τὸν ἀσεβῆ νὰ ὑπερυψώνεται καὶ νὰ ἐπαίρεται καὶ νὰ ταράσσεται καὶ νὰ μαίνεται μέσα μου σὰν τοὺς κέδρους τοῦ Λιβάνου. Καὶ τὸν προσπέρασα μὲ τὴν ἐγκράτεια, καὶ νά! ὁ θυμός του δὲν ἦταν ὅπως πρίν. Τὸν ἀνεζήτησα πάλι ἀφοῦ ἐταπείνωσα τὸν λογισμό μου, καὶ οὔτε εὑρέθηκε πλέον μέσα μου ὁ τόπος του ἢ τὸ ἴχνος του (πρβλ. Ψάλμ. λστ΄ 36).
  5. Ὅποιος ἐνίκησε τὸ σῶμα, αὐτὸς ἐνίκησε τὴν φύσι. Αὐτὸς δὲ πού ἐνίκησε τὴν φύσι, ὁπωσδήποτε ἀνέβηκε σὲ ὑπερφυσικὴ κατάστασι. Αὐτὸς δὲ πού κατώρθωσε τοῦτο, «ἠλάττωται βραχὺ τί παρ’ Ἀγγέλους», γιὰ νὰ μὴν εἰπῶ ὅτι καθόλου δὲν εἶναι ἐλαττωμένος ἀπὸ αὐτούς.
  6. Δὲν εἶναι θαῦμα τὸ νὰ μάχεται ὁ ἄϋλος τὸν ἄϋλο. Θαῦμα ὅμως εἶναι, ἀληθινὸ θαῦμα, τὸ νὰ κατανικήση τοὺς ἀΰλους ἐχθροὺς ὁ ὑλικὸς ἄνθρωπος, μαχόμενος ἐναντίον τους μὲ τὴν ἐχθρικὴ τούτη καὶ ἐπίβουλη ὕλη, δηλαδὴ τὸ σῶμα.
  7. Δείχνοντας καὶ ἐδῶ ὁ ἀγαθὸς Κύριος πολλὴ πρόνοια γιά μᾶς, ἐμπόδισε τὴν ἀναισχυντία τῶν γυναικῶν μὲ τὴν ἐντροπὴ σὰν μὲ χαλινάρι. Διότι ἂν μόνες τους ἔτρεχαν πρὸς τοὺς ἄρρενας, δὲν θὰ ἐσώζετο κανένας.
  8. Ἄλλο χαρακτηρίζεται ἀπὸ τοὺς διακριτικοὺς Πατέρας προσβολὴ καὶ ἄλλο συνδυασμὸς καὶ ἄλλο συγκατάθεσις καὶ ἄλλο αἰχμαλωσία καὶ ἄλλο πάλη καὶ ἄλλο ψυχικὸ πάθος.

Π ρ ο σ β ο λ ή ὀνομάζουν οἱ μακάριοι ἕνα ἁπλοῦν λόγο ἢ μία τυχαία εἰκόνα πού ἐμφανίζεται γιὰ πρώτη φορὰ στὴν καρδιά. Σ υ ν δ υ α σ μ ό δέ, τὸ νὰ συζητήσης μὲ τὸ ἐμφανισθὲν εἴτε ἐμπαθῶς εἴτε ἀπαθῶς. Σ υ γ κ α τ α θ ε σ ι, τὴν ἡδονικὴ στροφὴ τῆς ψυχῆς πρὸς τὸ ἐμφανισθέν. Καὶ

α ἰ χ μ α λ ω σ ί α, τὴν ὁρμητικὴ καὶ ἀθέλητη ἁρπαγὴ τῆς καρδιᾶς· ἢ τὴν ἐξακολουθητικὴ συνεύρεσι μὲ αὐτό, πράγμα πού ἐξαφανίζει τὴν καλή μας ψυχικὴ κατάστασι.

Π α λ η ὁρίζουν ὅτι εἶναι ἡ παράταξις μίας ἴσης πρὸς τὸν ἐχθρὸ δυνάμεως, μὲ τὴν ὁποία, ἀνάλογα μὲ τὴν θέλησί μας, ἢ νικοῦμε ἢ ὑφιστάμεθα ἥττα. Π ά θ ο ς δὲ λέγουν ὅτι εἶναι ἐκεῖνο πού ἐμφωλεύει πολὺν καιρὸ ἐμπαθῶς μέσα στὴν ψυχή, καὶ τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὴν πολλὴ συνήθεια ἔχει κάνει τὴν ψυχὴ νὰ παραδίδεται μόνη της σ’ αὐτό.

Ἐξ’ ὅλων αὐτῶν τὸ μὲν πρῶτο δὲν εἶναι ἔνοχο, τὸ δεύτερο ὄχι καὶ τόσο, τὸ δὲ τρίτο ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν κατάστασι τοῦ ἀγωνιζομένου. Ὅσον ἀφορᾶ τὴν πάλη, αὐτὴ θὰ προξενήση ἢ στεφάνους ἢ τιμωρίες. Ἡ αἰχμαλωσία διαφορετικὰ κρίνεται τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς καὶ διαφορετικὰ τὶς ἄλλες ὧρες· καὶ ἀλλοιώτικα γιὰ πονηροὺς λογισμούς. Τὸ πάθος τέλος γιὰ ὅλους, ἢ τακτοποιεῖται μὲ τὴν ἀνάλογη μετάνοια ἢ τιμωρεῖται στὴν μέλλουσα κόλασι. Ἐκεῖνος λοιπὸν πού ἀντιμετωπίζει νικηφόρα καὶ μὲ ἀπάθεια τὸ πρῶτο, διὰ μιᾶς περιέκοψε ὅλα τὰ κακὰ ἐπακόλουθα.

Ὁμιλοῦν οἱ πιὸ ἀκριβολόγοι ἀπὸ τοὺς γνωστικοὺς Πατέρες καὶ γιὰ μία ἄλλη ἔννοια, λεπτότερη ἀπὸ τὶς προηγούμενες, ἡ ὁποία σύμφωνα μὲ ὡρισμένους ἀποκαλεῖται π α ρ α ρ ρ ι π ι σ μ ό ς τ ο ῦ  ν ο ό ς. Αὐτὴ ἡ ἔννοια παρευθύς, χωρὶς νὰ μεσολαβήση χρόνος ἢ λόγος ἢ εἰκόνα, παρουσιάζει μὲ περισσότερη ὀξύτητα τὸ πάθος στὸν ἄνθρωπο. Ἀνάμεσα στὰ πνεύματα τοῦ κακοῦ τίποτε δὲν ὑπάρχει πιὸ ταχύ καὶ πιὸ ἀδιόρατο. Μὲ μόνη τὴν λεπτὴ καὶ ἁπλὴ ἐνθύμησι, ἀ χ ρ ό ν ω ς, ἀ φ θ ά σ τ ω ς, σὲ πολλοὺς δὲ καὶ ἀ γ ν ώ σ τ ω ς παρουσιάζεται μέσα στὴν ψυχή. Ἐὰν δὲ κάποιος μπόρεσε διὰ μέσου τοῦ πένθους νὰ κατανοήση τὴν λεπτότητα αὐτοῦ τοῦ πνεύματος, αὐτὸς μπορεῖ νὰ μᾶς διδάξη, πῶς γίνεται μὲ μόνη τὴν ὅρασι, μὲ ἕνα ἀνεπαίσθητο βλέμμα καὶ ἄγγιγμα χεριοῦ καὶ ἄκουσμα μελωδίας, χωρὶς καμμία ἔννοια καὶ σκέψι νὰ πορνεύη ἐμπαθῶς ἡ ψυχή!

  1. Ἔχουν μερικοὶ τὴν γνώμη ὅτι τὸ σῶμα ὁδηγεῖται στὰ πάθη ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς τῆς πορνείας. Ἄλλοι ἀντίθετα ὑποστηρίζουν ὅτι ἀπὸ τὶς σωματικὲς αἰσθήσεις γεννῶνται οἱ πονηροὶ λογισμοί. Καὶ οἱ μὲν πρῶτοι φέρουν τὸ ἐπιχείρημα, πώς ἂν δὲν προτρέξη ὁ νοῦς, δὲν μπορεῖ νὰ ἀκολουθήση τὸ σῶμα. Οἱ δὲ δεύτεροι ἔχουν ὡς στήριγμα τῆς γνώμης τους τὴν κακουργία τοῦ σωματικοῦ πάθους, καὶ λέγουν: Πολλὲς φορὲς ἀπὸ μία γλυκύτατη ὄψι, ἀπὸ ἕνα ἄγγιγμα χεριοῦ, ἀπὸ μία ὡραία εὐωδία ἢ ἀπὸ ἕνα γλυκὸ ἄκουσμα παίρνουν ἀφορμὴ οἱ λογισμοὶ νὰ εἰσέλθουν στὴν καρδιά.

Γιὰ ὅλα αὐτὰ ὅποιος μπορεῖ ἂς μᾶς διδάξη ἐν Κυρίω. Διότι αὐτὰ εἶναι πολὺ ἀναγκαῖα καὶ ὠφέλιμα σὲ ὅσους ζοῦν τὴν πρακτικὴ μοναχικὴ ζωὴ ἐν ἐπιγνώσει. Στούς ἄλλους, τοὺς ἀσκουμένους «ἐν ἁπλότητι καρδίας», δὲν χρειάζεται νὰ γίνεται λόγος περὶ αὐτῶν. Ἄλλωστε ἡ γνῶσις δὲν εἶναι κτῆμα ὅλων. Οὔτε πάλι εἶναι κτῆμα ὅλων ἡ μακαρία ἁπλότης, ὁ θώραξ αὐτὸς ἐναντίον τῶν δόλων τῶν πονηρῶν δαιμόνων.

  1. Ὡρισμένα πάθη ἀρχίζουν ἀπὸ μέσα καὶ ἐκδηλώνονται στὸ σῶμα, ἀλλὰ δὲ ἀντιστρόφως. Σ’ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται στὸν κόσμο συμβαίνει συνήθως τὸ δεύτερο, ἐνῶ σ’ ἐκείνους πού ζοῦν τὸν μοναχικὸ βίο, τὸ πρῶτο, ἀφοῦ λείπουν οἱ ἀφορμές. Ἐγὼ δὲ γι΄αὐτὸ τὸ ζήτημα λέγω: Θὰ ζητήσης στοὺς κακοὺς σύνεσι, ἀλλὰ δὲν θὰ τὴν εὕρης[6].
  2. Ἀφοῦ ἀγωνισθοῦμε πολὺ ἐναντίον τοῦ δαίμονος, ὁ ὁποῖος εἶναι σύζυγος τῆς πηλοῦ, δηλαδὴ τῆς σαρκός μας, καὶ ἀφοῦ τὸν κτυπήσωμε μὲ τὴν πέτρα τῆς νηστείας καὶ τὸ ξίφος τῆς ταπεινώσεως, καὶ τὸν ἐκδιώξωμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας, ὕστερα αὐτὸς κάθεται ἐπάνω στὸ σῶμα μας καὶ μᾶς σπρώχνει σὲ μολυσμοὺς γαργαλίζοντάς μας ὁ ἄθλιος καὶ προξενώντας κάποια κινήματα ἄπρεπα καὶ ἄκαιρα. Αὐτὸ συνήθως τὸ παθαίνουν περισσότερο ἀπ’ ὅλους ὅσοι ὑποτάσσονται στὸν δαίμονα τῆς ὑπερηφανείας. Διότι ἀφοῦ ἔπαυσαν νὰ ἔχουν στὴν καρδιὰ συνεχεῖς πορνικοὺς λογισμούς, ἐπλησίασαν σ’ αὐτὸ τὸ πάθος. Καὶ ὅτι αὐτὸ πού ἐλέχθη δὲν εἶναι ψευδὲς θὰ φανῆ ὡς ἑξῆς: Ὅταν εὕρουν ἥσυχο καιρό, ἂς ἀνακρίνουν τὸν ἑαυτὸ τους προσεκτικὰ καὶ ὁπωσδήποτε θὰ ἀνακαλύψουν στὸ βάθος τῆς καρδιᾶς τῶν κάποιον λογισμό, πού κρύβεται σὰν ὄφις στὴν κοπριά. Καὶ αὐτὸς ὁ λογισμὸς τοὺς παρουσιάζει ὅτι δῆθεν τὸ κατόρθωμα τῆς καρδιακῆς ἁγνείας τὸ ἐπέτυχαν μὲ τὸν ἰδικὸ τους ζῆλο καὶ τὴν ἰδικὴ τους προθυμία. Καὶ δὲν σκέπτονται οἱ ταλαίπωροι τὸν γραφικὸ λόγο: «Τί γὰρ ἔχεις ὃ οὐκ ἔλαβες δωρεὰν ἢ ἐκ Θεοῦ ἢ ἐξ ἑτέρων συνεργίας καὶ εὐχῆς;» (πρβλ. Α΄ Κορινθ. δ΄ 7).

Ἂς προσέξουν λοιπὸν καὶ ἀφοῦ νεκρώσουν αὐτὸν τὸν ὄφι μὲ πολλὴ ταπεινοφροσύνη, ἂς τὸν ἐκδιώξουν ἀπὸ τὴν καρδιά τους.

Ἔτσι, ἐὰν ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ αὐτόν, θὰ μπορέσουν ἴσως κάποια φορά καὶ αὐτοὶ νὰ ἐκδυθοῦν τοὺς δερματίνους χιτώνας καὶ νὰ ψάλουν πρὸς τὸν Κύριον τὸν ἐπινίκιο ὕμνο τῆς ἁγνείας, ὅπως κάποτε τὰ ἁγνὰ νήπια (πρβλ. Ματθ. κα΄ 15)· ἐὰν βέβαια ἐκδυθέντες δὲν εὑρεθοῦν γυμνοί· γυμνοὶ ἀπὸ τὴν ἀκακία καὶ τὴν φυσικὴ ἀθωότητα ἐκείνων.

Παρακολουθεῖ καὶ αὐτὸς ὁ δαίμων πολὺ περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους τὸν καιρό. Καὶ ὅταν δὲν εἴμαστε σὲ θέσι νὰ προσευχηθοῦμε σωματικῶς ἐναντίον του, τότε κατ’ ἐξοχὴν ἐπιχειρεῖ νὰ μᾶς πολεμᾶ ὁ ἀνόσιος.

Ἔρχεται ὡς βοηθὸς σὲ ὅσους δὲν ἀπέκτησαν ἀκόμη ἀληθινὴ καρδιακὴ προσευχὴ ὁ κόπος καὶ ἡ ταλαιπωρία τῆς σωματικῆς προσευχῆς. Δηλαδὴ ἡ ἔκτασις τῶν χειρῶν, τὸ κτύπημα τοῦ στήθους, ἡ καθαρὰ ἐνατένισις πρὸς τὸν οὐρανό, οἱ δυνατοὶ ἀναστεναγμοί, ἡ συνεχὴς γονυκλισία.

Ὅταν αὐτὰ πολλὲς φορές, ἐφ’ ὅσον εἶναι παρόντες καὶ ἄλλοι, δὲν μποροῦμε νὰ τὰ κάνουμε, τότε μᾶς πολεμοῦν πολὺ οἱ δαίμονες. Τότε ἀναγκαστικὰ ἴσως ὑποχωροῦμε στὴν ἐπίθεσί τους, ἀφοῦ δὲν μποροῦμε ἀκόμη μὲ τὴν συγκέντρωσι τοῦ νοῦ καὶ μὲ τὴν ἀόρατη δύναμι τῆς προσευχῆς νὰ ἀντισταθοῦμε στοὺς ἐχθρούς μας.

Ἀναπήδησε γρήγορα, ἂν μπορῆς. Κρύψου γιὰ λίγο μυστικά. Ἀνύψωσε τοὺς ψυχικούς σου ὀφθαλμούς, ἄν σοῦ εἶναι δυνατόν. Εἰδεμή, ἀνύψωσε τοὺς σωματικούς. Σταύρωσε τὰ χέρια σου ἀκίνητα, ὥστε καὶ μὲ τὸν τύπο τοῦ Σταυροῦ νὰ καταισχύνης καὶ νὰ νικήσης τὸν Ἀμαλήκ.

Φώναξε δυνατὰ πρὸς τὸν δυνάμενον νὰ σὲ σώση, ὄχι μὲ ἐπιτηδευμένες φράσεις, ἀλλὰ μὲ ταπεινὰ λόγια, ἀρχίζοντας ἐν πρώτοις μὲ τὸ «ἐλέησόν με, ὅτι ἀσθενὴς εἰμὶ» (Ψάλμ. ς΄ 3). Τότε θὰ αἰσθανθῆς τὴν δύναμι τοῦ Ὑψίστου καὶ θὰ ἀποδιώξης τοὺς ἀοράτους ἀοράτως μὲ ἀόρατη βοήθεια.

Ὅποιος συνήθισε νὰ πολεμᾶ ἔτσι ταχέως καὶ μὲ μόνη τὴν ψυχὴ θὰ δυνηθῆ νὰ ἐκδιώκη τοὺς ἐχθρούς. Αὐτὸ τὸ δεύτερο εἶναι ἀνταμοιβὴ τοῦ πρώτου ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἀγωνιστάς. Καὶ δικαίως.

  1. Παρευρεθεῖς σὲ κάποια σύναξι μοναχῶν ἀντελήφθηκα ὅτι ἕνας ἐκλεκτὸς ἀδεφὸς ἐνωχλήθηκε ἀπὸ πονηροὺς λογισμούς. Καὶ ἐπειδὴ δὲν εὑρέθηκε τόπος κατάλληλος γιὰ προσευχή, πῆγε στὸ ἀφοδευτήριο γιὰ σωματικὴ ἀνάγκη, γιατί τὸν ἐνώχλησε δῆθεν ἡ κοιλία, καὶ ἐκεῖ μὲ δυνατὴ προσευχὴ ἐπολέμησε κατὰ τῶν ἐχθρῶν του. Ὅταν δὲ ἐγὼ τὸν ἐμέμφθηκα γιὰ τὸ ἀκατάλληλό του τόπου, μοῦ ἀπήντησε: «Προσευχήθηκα σὲ ἀκάθαρτο τόπο, ἐφ’ ὅσον ἐπρόκειτο γιὰ τὴν ἐκδίωξι ἀκαθάρτων λογισμῶν καὶ γιὰ τὴν κάθαρσι ἀπὸ τὸν ρύπο».
  2. Ὅλοι οἱ δαίμονες ἀγωνίζονται νὰ σκοτίσουν προηγουμένως τὸ νοερὸ μέρος τῆς ψυχῆς μας, καὶ ἔπειτα μᾶς ὑποβάλλουν ἐκεῖνα ποὺ ἀγαποῦν. Διότι ἂν ὁ νοῦς δὲν κλείση τὰ μάτια του, δὲν θὰ κλαπῆ ὁ θησαυρός. Αὐτὸ τὸ ἐπιδιώκει περισσότερο ἀπ’ ὅλους ὁ δαίμων τῆς πορνείας. Αὐτὸς πολλὲς φορὲς σκοτίζοντας τὸν ἡγεμόνα νοῦ κάνει νὰ ἐπιτελεσθοῦν πράξεις, καὶ μάλιστα ἐπὶ παρουσία ἀνθρώπων, πού μόνο οἱ παράφρονες διαπράττουν. Γι’ αὐτὸ ἀργότερα ὅταν ὁ νοῦς συνέλθη, ὄχι μόνο ὅσους μᾶς εἶδαν, ἀλλὰ καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτὸ μας ἐντρεπόμεθα γιὰ τὶς ἄσεμνες πράξεις, τὰ λόγια καὶ τὰ κινήματά μας, καὶ μένουμε ἔκθαμβοι ἐμπρὸς σ’ ἐκείνη μας τὴν πώρωσι. Ἔτσι πολλὲς φορὲς μερικοὶ πού τὸ ἀντελήφθηκαν αὐτό, ἐσταμάτησαν τὴν ἁμαρτία.
  3. Ἀποδοκίμαζε τὸν ἐχθρό, ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν διάπραξι τῆς ἁμαρτίας σὲ ἐμποδίζει ἀπὸ τὴν προσευχὴ ἢ τὴν θεοσέβεια ἢ τὴν ἀγρυπνία. Καὶ νὰ ἐνθυμῆσαι ἐκεῖνον ποὺ εἶπε: «Διὰ δὲ τὸ κόπους μοὶ παρέχειν τὴν ὑπὸ τῶν προλήψεων τυραννουμένην ψυχήν, ποιήσω τὴν ἐκδίκησιν αὐτῆς ἐκ τῶν ἐχθρῶν αὐτῆς» (πρβλ. Λουκ. ιη΄ 5).
  4. Ποιὸς ἐνίκησε τὸ σῶμα; Αὐτὸς πού συνέτριψε τὴν καρδιά. Καὶ ποιὸς συνέτριψε τὴν καρδιά; Αὐτὸς ποὺ ἀρνήθηκε τὸν ἑαυτόν του. Γιατί πῶς νὰ μὴ συντριβὴ ἐκεῖνος πού ἀπέθανε ὡς πρὸς τὸ θέλημα τῆς σαρκός;
  5. Συναντᾶται καὶ ἐμπαθὴς ἐμπαθέστερος ἀπὸ ἄλλον ἐμπαθῆ, πού ἀκόμη καὶ τοὺς μολυσμοὺς του τοὺς ἐξομολογεῖται αἰσθανόμενος ἡδυπάθεια.
  6. Οἱ ἀκάθαρτοι καὶ αἰσχροὶ λογισμοὶ γεννῶνται συνήθως στὴν καρδιὰ ἀπὸ τὸν ἐξαπατοῦντα τὴν καρδιά, δηλαδὴ ἀπὸ τὸν δαίμονα τῆς πορνείας. Αὐτοὺς τοὺς θεραπεύει ἡ ἐγκράτεια καὶ ἡ παντελὴς περιφρόνησις.
  7. Μὲ ποιὰ μέθοδο καὶ μὲ ποιὸ τρόπο νὰ δέσω αὐτὸν τὸν φίλο μου, δηλαδὴ τὴν σάρκα, καὶ νὰ τὸν δικάσω, ὅπως καὶ τοὺς ἄλλους, δὲν γνωρίζω. Διότι πρὶν τὸν δέσω λύεται, καὶ πρὶν τὸν δικάσω συμφιλιώνομαι μαζί του. Καὶ πρὶν τὸν τιμωρήσω τὸν λυποῦμαι καὶ κάμπτομαι. Πῶς νὰ νικήσω αὐτὸν πού ἐκ φύσεως ἀγαπῶ; Πῶς νὰ ἐλευθερωθῶ ἀπ’ αὐτόν, μὲ τὸν ὁποῖον εἶμαι συνδεδεμένος αἰωνίως; Πῶς νὰ καταργήσω ἐκεῖνο πού θὰ ἀναστηθῆ μαζί μου; Πῶς νὰ μεταβάλω σὲ ἄφθαρτο ἐκεῖνο πού ἔλαβε φθαρτὴ φύσι; τί λογικὸ ἐπιχείρημα νὰ τοῦ ἀντιτάξω, ἀφοῦ ἔχει μὲ τὸ μέρος του τὰ λογικὰ ἐπιχειρήματα ἀπὸ τὴν φύσι;

Ἂν δέσω τὸν φίλο μου αὐτὸν μὲ τὴν νηστεία, μόλις κατακρίνω τὸν πλησίον μου, πάλι παραδίδομαι στὰ χέρια του. Ἂν σταματήσω τὴν κατάκρισι καὶ τὸν νικήσω, ἀλλὰ ὑπερηφανευθῶ μέσα μου, πέφτω πάλι στὰ χέρια του. Εἶναι γιὰ μένα καὶ συνεργάτης καὶ ἐχθρός. Καὶ βοηθὸς καὶ ἀντίδικος. Καὶ ὑποστηρικτὴς μαζὶ καὶ ἐπίβουλος. Ὅταν δέχεται περιποιήσεις πολεμεῖ, καὶ ὅταν συνθλίβεται ἀτονεῖ. Ὅταν τὸν ἀναπαύωμε ἀτακτεῖ, καὶ ὅταν πάλι τὸν ἀποστρεφώμεθα καὶ τὸν ταλαιπωροῦμε, δὲν ἀντέχει. Ἂν τὸν λυπήσω, διατρέχω κίνδυνο. Ἂν τὸν πληγώσω, δὲν θὰ ἔχω μὲ ποιὸν νὰ ἀποκτήσω τὶς ἀρετές. Τὸν ἴδιο καὶ τὸν ἐναγκαλίζομαι καὶ τὸν ἀποστρέφομαι!

Ποιὸ εἶναι τὸ μυστήριο πού μὲ περιβάλλει; Πῶς ἐξηγεῖται ἡ μεῖξις πού παρατηρεῖται σ’ ἐμένα; Πῶς στὸν ἑαυτόν μου εἶμαι καὶ φίλος καὶ ἐχθρός; Λέγε μου, λέγε μου, ἐσὺ σύζυγέ μου, ἐσὺ φύσις μου, γιατί δὲν χρειάζεται νὰ μάθω τὰ περί σοῦ ἀπὸ ἄλλον. Πῶς θὰ μείνω ἄτρωτος ἀπὸ σένα; Πῶς θὰ κατορθώσω νὰ διαφύγω τὸν κίνδυνο τῆς φύσεως; Ἐπειδὴ ἔδωσα ὑπόσχεσι στὸν Χριστὸν νὰ εἶμαι ἐχθρός σου, πῶς θὰ νικήσω τὴν τυραννική σου ἐξουσία; Πῶς; Διότι ἀπεφάσισα νὰ ἀσκῶ βία ἐπάνω σου.

Καὶ ἡ σάρκα ἀφοῦ κατὰ κάποιον τρόπο ἀποκρίθηκε πρὸς τὴν ψυχή, φάνηκε ὅτι ἔτσι περίπου εἶπε: «Δὲν πρόκειται νὰ σοῦ εἰπῶ κάτι ποὺ ἐσὺ δὲν τὸ γνωρίζεις, ἀλλὰ κάτι πού καὶ οἱ δύο τὸ γνωρίζουμε. Ἐγὼ καυχῶμαι ὅτι ἔχω μητέρα τὴν (ἁμαρτωλὴ) ἀγάπη. Τὴν ἐξωτερικὴ πύρωσι τῆς σαρκὸς τὴν γεννῶ μὲ τὴν περιποίησι καὶ τὴν ἐν γένει καλοπέρασι. Ἡ δὲ ἐσωτερικὴ φλόγα καὶ ἔξαψις τῶν λογισμῶν ἔχουν ὡς ἀφορμὲς τὴν καλοπέρασι ποὺ προηγήθηκε καὶ τὶς αἰσχρὲς πράξεις ποὺ διεπράχθησαν. Ἐγὼ ὅταν συλλάβω, γεννῶ τὶς ἁμαρτωλὲς πτώσεις. Καὶ ἐκεῖνες πάλι ὅταν γεννηθοῦν, γεννοῦν μὲ τὴν σειρὰ τους τὸν θάνατο διὰ τῆς ἀπογνώσεως.

Ἂν γνωρίσης καλὰ τὴν ἰδική μου καὶ τὴν ἰδική σου μεγάλη ἀσθένεια, μοῦ ἔδεσες τὰ χέρια. Ἂν ταλαιπωρήσης τὸν λαιμό, μοῦ ἔδεσες τὰ πόδια, ὥστε νὰ μὴ μπορῶ νὰ προχωρῶ. Ἂν συζευχθῆς τὴν ὑπακοή, μὲ διεζεύχθης. Ἂν ἀποκτήσης ταπείνωσι, μὲ ἀπεκεφάλισες.

Δέκατο πέμπτο βραβεῖο! Ὅποιος ζώντας μὲ τὴν σάρκα τὸ κατέκτησε, ἀπέθανε καὶ ἀνεστήθη καὶ ἐγνώρισε ἤδη ἀπὸ ἐδῶ τὸ προοίμιο τῆς μελλοντικῆς ἀφθαρσίας.

Profiths ilas enoriako mouseio

Profiths ilas program

Profiths ilas books

Profiths ilas enoriakes

Profiths ilas iera leipsana

Profiths ilas photo

Aναζήτηση

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Διεύθυνση: Προφήτη Ηλία 109-111
Δήμος Πυλαία-Χορτιάτη
Νομού Θεσσαλονίκης
Τ.Κ.: 55535
2310-300934 
i.n.profiti.ilia@gmail.com
εκκλησία της ελλαδος πειραικη εκκλησια

ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

Οικουμενικό Πατριαρχείο
Οικουμενικό Πατριαρχείο
Εκκλησία της Ελλάδος
Εκκλησία της Ελλάδος
Ιερά αρχιεπισκοπή Αθηνών
Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης
Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης