profitis ilias

Ενοριακά Νέα

Πρακτικά και Θεολογικά κεφάλαια του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου Β' μέρος

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ὅταν δέχεται ἀτιμίες καὶ ὕβρεις αἰσθάνεται μεγάλο πόνο στὴν καρδιά, ἂς μάθει ἀπὸ αὐτὸ ὅτι κουβαλάει στὸν κόρφο του τὸ παλιὸ φίδι. Ἂν λοιπὸν ὑπομείνει μὲ σιωπὴ ἢ ἀποκριθεῖ μὲ μεγάλη ταπείνωση, ἐξασθενίζει αὐτὸ τὸ φίδι καὶ τὸ παραλύει. Ἂν ὅμως ἀντιπεῖ πικρόλογα ἢ μιλήσει μὲ αὐθάδεια, δίνει δύναμη στὸ φίδι νὰ χύνει τὸ δηλητήριό του μέσα στὴν καρδιά του καὶ νὰ τοῦ κατατρώει ἀνελέητα τὰ ἐντόσθιά του· ἔτσι αὐτὸ θὰ δυναμώνει κάθε μέρα καὶ θὰ κατατρώει τὴ βελτίωση στὸ ἀγαθὸ καὶ τὴ δύναμη τῆς ἄθλιας ψυχῆς του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ζεῖ στὸ ἑξῆς γιὰ τὴν ἁμαρτία, νὰ εἶναι ὅμως τελείως νεκρὸς γιὰ τὴν ἀρετή.
  2. Ἂν θελήσεις νὰ ἀπαρνηθεῖς τὸν κόσμο καὶ νὰ διδαχθεῖς τὸν εὐαγγελικὸ τρόπο ζωῆς, μὴν παραδώσεις τὸν ἑαυτό σου σὲ ἄπειρο ἢ ἐμπαθῆ δάσκαλο, γιὰ νὰ μὴ διδαχθεῖς ἀντὶ εὐαγγελικὴ τὴ διαβολικὴ ζωή. Γιατί τῶν καλῶν δασκάλων εἶναι καλὰ τὰ μαθήματα, ἐνῶ τῶν κακῶν, κακά. Καὶ οἱ κακοὶ σπόροι ὁπωσδήποτε δίνουν κακοὺς καρπούς.
  3. Νὰ ἱκετεύεις τὸ Θεὸ μὲ προσευχὲς καὶ δάκρυα νὰ σοὺ στείλει ὁδηγὸ ἀπαθῆ καὶ ἅγιο. Ἀλλὰ καὶ σὺ ὁ ἴδιος νὰ μελετᾶς τὶς θεῖες Γραφές, καὶ μάλιστα τὰ πρακτικὰ συγγράμματα τῶν ἁγίων Πατέρων, γιὰ νὰ ἀντιπαραβάλλεις σ’ αὐτὰ τὴ διδασκαλία καὶ τὶς πράξεις τοῦ διδασκάλου καὶ γέροντά σου, βλέποντας τὲς ὅπως σὲ καθρέφτη καὶ ἐξετάζοντάς τες. Καὶ ὅσα εἶναι σύμφωνα μὲ τὶς Γραφὲς νὰ τὰ ἐγκολπώνεσαι καὶ νὰ τὰ κρατεῖς στὸ νοῦ σου, τὰ νόθα ὅμως καὶ ξένα νὰ τὰ διακρίνεις καὶ νὰ τὰ ἀπορρίπτεις, γιὰ νὰ μὴν πλανηθεῖς. Γιατί νὰ ξέρεις, πολλοὶ πλάνοι καὶ ψευδοδιδάσκαλοι ὑπάρχουν σήμερα.
  4. Ἐκεῖνος ποὺ δὲ βλέπει καὶ ὑπόσχεται νὰ ὁδηγεῖ ἄλλους, εἶναι πλάνος καὶ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια ἐκείνους ποὺ τὸν ἀκολουθοῦν, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Κυρίου: «Ὅταν ἕνας τυφλὸς ὁδηγεῖ ἄλλον τυφλό, θὰ πέσουν καὶ οἱ δύο σὲ λάκκο».
  5. Ὅποιος εἶναι τυφλὸς πρὸς τὸ Ἕνα, εἶναι τελείως τυφλὸς πρὸς ὅλα. Ὅποιος βλέπει στὸ Ἕνα, βρίσκεται στὴ θεωρία τῶν πάντων· ἀπέχει ἀπὸ τὴ θεωρία τῶν πάντων καὶ φτάνει στὴ θεωρία τῶν πάντων, ὄντας ἔξω ἀπὸ τὰ θεωρούμενα. Ὅταν ἔτσι βρίσκεται στὸ Ἕνα, βλέπει τὰ πάντα· καὶ ἐνῶ εἶναι στὰ πάντα, δὲ βλέπει τίποτε ἀπὸ αὐτά. Ὅποιος βλέπει στὸ Ἕνα, μέσω τοῦ Ἑνὸς βλέπει καὶ τὸν ἑαυτό του καὶ ὅλα καὶ ὅλους· καὶ ὄντας κρυμμένος στὸ Ἕνα, τίποτε ἀπὸ τὰ πάντα δὲν βλέπει.
  6. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ντύθηκε τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐπουρανίου ἀνθρώπου καὶ Θεοῦ, κατὰ τὸ λογικὸ καὶ νοερὸ τοῦ μέρος μὲ συναίσθηση καὶ γνώση, εἶναι μόνο σάρκα καὶ αἷμα, μὴν μπορώντας νὰ λάβει αἴσθηση τῆς πνευματικῆς δόξας μὲ τὰ λόγια, ὅπως καὶ οἱ γεννημένοι τυφλοὶ δὲν μποροῦν νὰ ἐννοήσουν τὸ φῶς τοῦ ἡλίου μόνο μὲ τὰ λόγια.
  7. Ὅποιος ἔτσι ἀκούει καὶ βλέπει καὶ αἰσθάνεται, καταλαβαίνει τὴ σημασία τῶν λεγομένων, ἐπειδὴ φόρεσε ἤδη τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου καὶ ἔφτασε στὴν τέλεια πνευματικὴ ὡριμότητα, ποὺ μέτρο της εἶναι ὁ Χριστός. Σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση μπορεῖ νὰ ὁδηγεῖ καλὰ στὸ δρόμο τῶν θείων ἐντολῶν τὸ ποίμνιο τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἔχει αὐτὴ τὴ γνώση, ἀλλὰ εἶναι σὲ ἄλλη κατάσταση, εἶναι φανερὸ ὅτι οὔτε τὰ αἰσθητήρια τῆς ψυχῆς ἔχει καθαρὰ καὶ ὑγιῆ. Αὐτὸς εἶναι καλὸ νὰ ὁδηγεῖται μᾶλλον, παρὰ νὰ ὁδηγεῖ ἄλλους.
  8. Ἐκεῖνος ποὺ βλέπει τὸν πνευματικό του δάσκαλο καὶ ὁδηγὸ σὰν Θεό, δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ ἀντιλέγει. Ἂν νομίζει καὶ λέει ὅτι κάνει καὶ τὰ δύο, νὰ ξέρει πὼς ἔχει πλανηθεῖ. Γιατί δὲν ξέρει τί διάθεση πρὸς τὸ Θεὸ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ.
  9. Ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει ὅτι στὸ χέρι τοῦ ὁδηγοῦ του εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατός του, δὲν ἀντιλέγει ποτέ. Ἡ ἄγνοια αὐτοῦ τοῦ πράγματος γεννᾶ τὴν ἀντιλογία, ποὺ προξενεῖ τὸ νοητὸ καὶ αἰώνιο θάνατο.
  10. Πρὶν ἀκούσει τὴν ἀπόφαση ὁ ὑπόδικος, ἔχει τὴν ἄδεια νὰ ἀπολογηθεῖ καὶ νὰ μιλήσει μπροστὰ στὸ δικαστὴ γιὰ ὅ,τι ἔκανε. Ἔπειτα ὅμως, ἀφοῦ φανερωθοῦν ὅσα ἔκανε καὶ βγάλει τὴν ἀπόφασή του ὁ δικαστής, δὲ φέρνει καμία ἀντίρρηση, εἴτε μικρὴ εἴτε μεγάλη, σ’ ἐκείνους ποὺ τὸν τιμωροῦν.
  11. Πρὶν νὰ εἰσέλθει ὁ μοναχὸς σ’ αὐτὸ τὸ δικαστήριο καὶ φανερώσει ὅσα κρύβει στὴν καρδιά του, ἴσως νὰ τοῦ ἐπιτρέπεται νὰ ἀντιλέγει, εἴτε ἀπὸ ἄγνοια, εἴτε γιατί νομίζει ὅτι κρύβει τὶς ἁμαρτίες του. Μετὰ τὴν φανέρωση ὅμως τῶν λογισμῶν του καὶ τὴν εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση, ποτὲ πιὰ δὲν τοῦ ἐπιτρέπεται νὰ ἀντιλέγει στὸ δεύτερο μετὰ τὸ Θεὸ δικαστή του καὶ ἐξουσιαστή, μέχρι τὸ θάνατό του. Γιατί ὁ μοναχὸς ποὺ μπῆκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ σ’ αὐτὸ τὸ δικαστήριο καὶ ξεγύμνωσε ὅσα κρύβει ἡ καρδιά του, εἶναι ἀπὸ πρὶν πεπεισμένος —ἂν ἔχει κάποια πνευματικὴ γνώση— ὅτι εἶναι ἄξιος μυρίων θανάτων καὶ πιστεύει ὅτι μὲ τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ταπείνωσή του θὰ λυτρωθεῖ ἀπὸ κάθε τιμωρία καὶ κόλαση. Αὐτὰ βέβαια ἂν ἀληθινὰ γνωρίζει τί σημαίνει αὐτὸ τὸ μυστήριο.
  12. Ὅποιος φυλάει αὐτὰ ἀνεξάλειπτα στὴ διάνοιά του, δὲ θὰ ἔχει ποτὲ καμία ἐμπαθῆ κίνηση στὴν καρδιὰ τοῦ ὅταν παιδαγωγεῖται ἢ νουθετεῖται ἢ ἐλέγχεται. Γιατί ὅποιος πέφτει στὰ σφάλματα αὐτά, ἐννοῶ τὴν ἀντιλογία καὶ τὴν ἀπιστία στὸν πνευματικό του πατέρα καὶ διδάσκαλο, γκρεμίζεται ἀξιοθρήνητα, ἐνῶ ζεῖ ἀκόμη, στὰ βαθύτερα μέρη τοῦ ἅδη. Καὶ γίνεται κατοικία τοῦ σατανᾶ καὶ ὅλου τοῦ ἀκάθαρτου συρφετοῦ του, ἐπειδὴ εἶναι ἀπειθὴς καὶ βαδίζει στὴν ἀπώλεια.
  13. Παρακαλῶ ἐσένα, τὸ τέκνο τῆς ὑπακοῆς, νὰ ἔχεις συνεχῶς αὐτὰ μέσα στὸ νοῦ σου, καὶ νὰ ἀγωνίζεσαι μὲ ὅλη τὴ δύναμή σου νὰ μὴν γκρεμιστεῖς στὰ δεινά του ἅδη ποὺ ἀναφέραμε, ἀλλὰ νὰ παρακαλεῖς θερμὰ κάθε μέρα τὸ Θεὸ λέγοντας: «Θεὲ καὶ Κύριε τῶν ἁπάντων, Ἐσὺ ποὺ ἔχεις ἐξουσία πάνω σὲ κάθε πνοὴ καὶ ψυχή, ποὺ Ἐσὺ μόνος μπορεῖς νὰ μὲ γιατρέψεις, ἄκουσε τὴ δέησή μου τοῦ ταλαίπωρου, καὶ τὸ φίδι ποὺ φωλιάζει μέσα μου, θανάτωσε τὸ μὲ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ παναγίου Σου Πνεύματος καὶ ἀφάνισέ το. Καὶ ἐμένα ποὺ εἶμαι φτωχὸς καὶ γυμνὸς ἀπὸ κάθε ἀρετή, ἀξίωσε μὲ νὰ πέσω στὰ πόδια τοῦ ἁγίου μου πατέρα μὲ δάκρυα· καὶ ἕλκυσε τὴν ἁγία του ψυχὴ σὲ συμπάθεια γιὰ νὰ μὲ ἐλεήσει. Καὶ δῶσε Κύριε ταπείνωση στὴν καρδιά μου καὶ λογισμοὺς ποὺ ἁρμόζουν σὲ ἁμαρτωλό, ὁ ὁποῖος σοῦ ὑποσχέθηκε νὰ μετανοεῖ. Καὶ μὴν ἐγκαταλείψεις τελείως μία ψυχὴ ποὺ ἦρθε μία γιὰ πάντα μαζί Σου καὶ σὲ ὁμολόγησε καὶ σὲ διάλεξε καὶ σὲ προτίμησε ἀντὶ ὅλο τὸν κόσμο. Γνωρίζεις Κύριε ὅτι θέλω νὰ σωθῶ, ἂν καὶ ἡ κακή μου συνήθειά μου γίνεται ἐμπόδιο. Ἀλλὰ σὲ Σένα Κύριε εἶναι δυνατά, ὅλα ὅσα εἶναι ἀδύνατα στοὺς ἀνθρώπους».
  14. Ὅποιοι μὲ φόβο καὶ τρόμο ἔβαλαν τὸ καλὸ θεμέλιό τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐλπίδας στὴν αὐλὴ τῆς εὐσέβειας, καὶ στήριξαν τὰ πόδια τους ἀσάλευτα στὸ βράχο τῆς ὑπακοῆς σὲ πνευματικοὺς πατέρες καὶ ἀκοῦνε τὶς ἐντολές τους σὰν νὰ προέρχονται ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Θεοῦ, καὶ πάνω σ’ αὐτὸ τὸ θεμέλιό τῆς ὑπακοῆς τὶς κτίζουν ἀδίστακτα μὲ ταπείνωση, αὐτοὶ παρουσιάζουν ἀμέσως προκοπή. Καὶ κατορθώνουν τὸ μεγάλο καὶ πρῶτο κατόρθωμα, τὴν ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ των. Γιατί τὸ νὰ ἐκπληρώνει κανεὶς τὸ ξένο θέλημα καὶ ὄχι τὸ δικό του, αὐτὸ προξενεῖ ὄχι μόνον ἀπάρνηση τῆς ψυχῆς του, ἀλλὰ καὶ νέκρωση πρὸς τὸν κόσμο ὅλο.
  15. Μὲ αὐτὸν ποὺ ἀντιλέγει στὸν πνευματικό του πατέρα, χαίρονται οἱ δαίμονες. Ἐκεῖνον ποὺ ταπεινώνεται μέχρι θανάτου, τὸν θαυμάζουν οἱ Ἄγγελοι. Γιατί αὐτὸς ἐργάζεται θεϊκὸ ἔργο, καθὼς ἐξομοιώνεται μὲ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔκανε ὑπακοὴ στὸν Πατέρα Του μέχρι θανάτου, καὶ μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ.
  16. Ἡ ὑπερβολικὴ καὶ ἄκαιρη συντριβὴ τῆς καρδιᾶς σκοτίζει καὶ θολώνει τὴ διάνοια· ἐξαφανίζει τὴν καθαρὴ προσευχὴ καὶ τὴν κατάνυξη ἀπὸ τὴν ψυχὴ καὶ προξενεῖ πολὺ μεγάλο πόνο στὴν καρδιά, καὶ ἀπ’ αὐτὸ φέρνει σκληρότητα καὶ ἄπειρη πώρωση. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο ἐπιχειροῦν οἱ δαίμονες νὰ ὁδηγήσουν τοὺς πνευματικοὺς σὲ ἀπόγνωση.
  17. Ὅταν, Μοναχέ, σοῦ συμβοῦν αὐτά, ἔχεις ὅμως στὴν ψυχή σου μεγάλο ζῆλο καὶ πόθο γιὰ τὴν τελειότητα, ὥστε νὰ ἐπιθυμήσεις νὰ ἐκπληρώσεις κάθε ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ μὴν πέφτεις καὶ ἁμαρτάνεις οὔτε ἀκόμη καὶ σὲ μάταιο λόγο, καὶ νὰ μὴν ὑπολειφθεῖς κανένα ἀπὸ τοὺς παλιοὺς Ἁγίους στὴν πράξη, στὴ γνώση καὶ στὴ θεωρία· καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ βλέπεις τὸν ἑαυτό σου νὰ ἐμποδίζεται ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ σπέρνει τὰ ζιζάνια τῆς ἀθυμίας καὶ δὲ σὲ ἀφήνει νὰ φτάσεις σὲ τέτοιο ὕψος ἁγιοσύνης ὑποβάλλοντάς σου λογισμοὺς ἀθυμίας καὶ λέγοντας: «Ἀδύνατο μέσα στὸν κόσμο νὰ σωθεῖς καὶ νὰ φυλάξεις ἀπαρασάλευτα ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ»· τότε ἐσὺ κάθισε μόνος σὲ μιὰ γωνιά, περιόρισε τὸν ἑαυτό σου, συγκέντρωσε τὸ λογισμό σου, πάρε καλὴ ἀπόφαση στὴν ψυχή σου καὶ πές: «Γιατί, ψυχή μου, εἶσαι περίλυπη; Γιατί μὲ συνταράζεις; Στήριξε τὴν ἐλπίδα σου στὸ Θεό, γιατί σ’ Αὐτὸν θ’ ἀνοίξω τὴν καρδιά μου. Σωτηρία μου δὲν εἶναι τὰ ἔργα μου, ἀλλὰ ὁ Θεός μου. Μὲ τὰ ἔργα τοῦ νόμου ποιὸς μπορεῖ νὰ σωθεῖ; Κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ δικαιώσει τὸν ἑαυτὸ του ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ. Πιστεύοντας ὅμως στὸ Θεό μου, ἐλπίζω νὰ μοῦ χαρίσει Αὐτὸς τὴ σωτηρία ἕνεκα τῆς ἀνέκφραστης εὐσπλαχνίας Του. Φύγε πίσω μου, σατανᾶ. Ἐγὼ προσκυνῶ τὸν Κύριο καὶ Θεό μου καὶ Τὸν λατρεύω ἀπὸ τὴ νεότητά μου. Αὐτὸς μπορεῖ νὰ μὲ σώσει μὲ μόνο τὸ ἔλεός Του. Ἀπομακρύνσου λοιπὸν ἀπὸ μένα. Ὁ Θεὸς ποὺ μὲ ἔκανε κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσή Του, θὰ σὲ καταργήσει.»
  18. Ὁ Θεὸς μόνον αὐτὸ ζητᾶ ἀπὸ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους, νὰ μὴν ἁμαρτάνομε. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἔργο νόμου, ἀλλὰ φύλαξη ἀπαράβατή τῆς θείας εἰκόνας ποὺ ἔχουμε καὶ τοῦ θείου ἀξιώματος. Μένοντας σ’ αὐτά, ὅπως ἐπιβάλλει ἡ φύση μας, καὶ φορώντας τὸ λαμπρὸ χιτώνα τοῦ Πνεύματος, μένουμε μέσα στὸ Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς μέσα σέ μας καὶ γινόμαστε θεοὶ κατὰ χάρη καὶ υἱοὶ Θεοῦ, φωτιζόμενοι μὲ τὸ φῶς τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.
  19. Ἡ ἀκηδία καὶ ἡ αἴσθηση βάρους τοῦ σώματος ποὺ προκαλοῦνται στὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν ὀκνηρία καὶ τὴν ἀμέλεια, ὁδηγοῦν σὲ ἐγκατάλειψη τοῦ συνηθισμένου κανόνα καὶ σὲ σκοτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ σὲ ἀθυμία, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐμφανίζονται στὴν καρδιὰ λογισμοὶ δειλίας καὶ βλασφημίας, ὥστε οὔτε στὸ συνηθισμένο τόπο τῆς προσευχῆς νὰ μὴν μπορεῖ νὰ μπεῖ ἐκεῖνος ποὺ πειράζεται ἀπὸ τὸν δαίμονα τῆς ἀκηδίας, ἀλλὰ νὰ γίνεται ὀκνηρός, ἢ ἀκόμη καὶ νὰ κάνει παράλογες σκέψεις σὲ βάρος τοῦ Δημιουργοῦ τῶν ὅλων. Ἀφοῦ λοιπὸν ἔμαθες ποιὰ εἶναι ἡ αἰτία αὐτῶν καὶ ἀπὸ πού σοῦ προξενήθηκαν, σπεῦσε στὸ συνηθισμένο τόπο τῆς προσευχῆς σου, πέσε ἐμπρὸς στὸν φιλάνθρωπο Θεὸ καὶ παρακάλεσέ Τον μὲ στεναγμοὺς τῆς καρδίας, μὲ πόνο καὶ δάκρυα, ζητώντας νὰ ἐλευθερωθεῖς ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἀκηδίας καὶ ἀπὸ τοὺς πονηροὺς λογισμούς. Θὰ σοῦ δοθεῖ γρήγορα ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ αὐτά, καθὼς θὰ τὸ ζητᾶς μὲ πόνο καὶ ἐπιμονή.
  20. Ὅποιος ἀπέκτησε καθαρὴ καρδιά, αὐτὸς νίκησε τὴ δειλία. Ὅποιος βρίσκεται ἀκόμη στὸ στάδιο τῆς καθάρσεως, ἄλλοτε χτυπᾶ τὴ δειλία καὶ ἄλλοτε τὸν χτυπᾶ αὐτή. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀγωνίζεται καθόλου, εἶναι τελείως ἀναίσθητος καὶ εἶναι φίλος τῶν δαιμόνων καὶ τῶν παθῶν καὶ μαζὶ μὲ τὴν κενοδοξία ἔχει καὶ ὑπερηφάνεια, νομίζοντας ὅτι εἶναι κάτι ἐνῶ δὲν εἶναι τίποτε· ἢ εἶναι δοῦλος καὶ ὑποχείριος τῆς δειλίας καὶ ἐξαιτίας τοῦ νηπιώδους φρονήματός του τρέμει καὶ φοβᾶται ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχει φόβος, οὔτε δειλία γιὰ ἐκείνους ποὺ φοβοῦνται τὸν Κύριο

Profiths ilas enoriako mouseio

Profiths ilas program

Profiths ilas books

Profiths ilas enoriakes

Profiths ilas iera leipsana

Profiths ilas photo

Aναζήτηση

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Διεύθυνση: Προφήτη Ηλία 109-111
Δήμος Πυλαία-Χορτιάτη
Νομού Θεσσαλονίκης
Τ.Κ.: 55535
2310-300934 
i.n.profiti.ilia@gmail.com
εκκλησία της ελλαδος πειραικη εκκλησια

ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

Οικουμενικό Πατριαρχείο
Οικουμενικό Πατριαρχείο
Εκκλησία της Ελλάδος
Εκκλησία της Ελλάδος
Ιερά αρχιεπισκοπή Αθηνών
Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης
Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης