Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Οι θέσεις των Κολλυβάδων για τη Θεία Ευχαριστία

Οι θέσεις των Κολλυβάδων, και στο ζήτημα της προετοιμασίας για τη συμμετοχή στη Θεία Ευχαριστία, ακολουθούν επιτυχώς τον πατερικό δρόμο της ορθοδόξου παραδόσεως και εκφράζουν το απαραχάρακτο, από παρερμηνείες και τυποποιήσεις, διαχρονικό ευχαριστιακό ήθος της Εκκλησίας. Τούτο αναφαίνεται με ενάργεια από τη δυνατότητα πλούσιου πατερικού υπομνηματισμού των θέσεών τους, οι οποίες τελικά δεν είναι άλλες από εκείνες των αγίων και σοφών ανδρών και διδασκάλων, που κατεγράφησαν ως πηγαίοι θεοφώτιστοι προβληματισμοί αγαπητικής ποιμαντικής ευθύνης για τον λαό του Θεού και την κατάλληλη και απαραίτητη προευχαριστιακή του ετοιμασία.

Οι φιλοκαλικοί δεν ήταν υπέρμαχοι μιας αυθαίρετης ελευθεριότητας στο ζήτημα της ευχαριστιακής μετοχής. Αυτή ποτέ δεν μπορεί να είναι απροϋπόθετη. Η σύνθεση ασκήσεως και ευχαριστιακής επιποθήσεως είναι ο απλανής πατερικός δρόμος. Πέραν των απολύτως αναγκαίων όρωνγια τη δυνατότητα συμμετοχής στην ευχαριστία (όπως η ιδιότητα του πιστού και τετελειωμένου μέλους της συνάξεως, την οποία λαμβάνει ο άνθρωπος με το βάπτισμα, η βέβαιη και ακράδαντη πίστη ότι διά της κοινωνίας μετέχει στη θεοποιόζωοποίηση του αληθούς αχράντου σώματος και τιμίου αίματος του Χριστού, η ενεπίγνωστηκαι ενσυνείδητη μετάληψη από ζώντες και όχι από κοιμηθέντες ήδη η μη έχοντες συνείδησηεπιθανατίους κατά την ώρα της μεταδόσεως και η τέλεση του μυστηρίου ορθοδόξως από τη μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία, αποκλειομένων παντελώς των αιρετικών, σχισματικών και ακοινωνήτων), υπάρχουν και άλλες σημαντικές γενικές και ειδικές προϋποθέσεις για την ευχαριστιακή συμμετοχή των πιστών, τις οποίες δεν παρέλειψαν να επισημάνουν και να καταγράψουν στην ολοκληρωμένη ευχαριστιολογία τους οι Κολλυβάδεςπατέρες.

Η γενική ευχαριστιακή προετοιμασία, ηθική και σωματική, συντίθεται:

1) Στην απόρριψη της δουλικής μικροψυχίας και της μόλυνσης της μνησικακίας, ώστε ναείναι δυνατή η προσέγγιση των θείων μυστηρίων μέσα στην ύψωση και τον φωτισμό της πλήρους και τελείας αγάπης.

2) Στην εξομολόγηση, η οποία δεν είναι απλή μηχανιστική επανάληψη τυποποιημένης συνήθειας, ούτε ευκαιριακό καταφύγιο περιδεών συνειδήσεων, για να απαλλαγούν από καταπιεστικές ενοχές η να λάβουν αυτοδικαιωτική άνεση αξίας προσελεύσεως. Η διαρκής μετάνοια και εξομολόγηση είναι ο σταθερός και αδιάπτωτος ασκητικός δρόμος της ορθοδόξουζωής, ο οποίος καθιστά καθαρό, άγιο και άξιο τον άνθρωπο να μετέχει στα ευχαριστιακάδώρα.

3) Στη συνειδητοποίηση ότι η προετοιμασία για τη μετάληψη δεν είναι ευκαιριακή, στιγμιαία, τυπική, περιορισμένη μόνο στα προευχαριστιακά χρονικά όρια. Απαιτείται διά βίου ετοιμότητα και προσδοκία της μετοχής, συνεχής αυτοέλεγχος και αυτοεξέταση, συνεχής ζωήμετάνοιας και εξομολογήσεως. Ποτέ δεν ταυτίσθηκε υποχρεωτικά η  προσέλευση στηνευχαριστία με υποχρεωτική προσέλευση στην εξομολόγηση, παρόλες τις κατά καιρούς τυποποιήσεις των Εξομολογήσεων. Ως αναγκαστική υποχρέωση η εξομολόγηση, για κάθεμία ευχαριστιακή συμμετοχή, είναι δυνατόν αντί βοηθείας να γίνει εμπόδιο για τηνενσυνείδητη συχνή μετάληψη. Υπό τα δεδομένα της ζωής του κόσμου, είναι πολύ δύσκολο οπιστός να ευρίσκει και να απασχολεί κάθε φορά τον πνευματικό του πατέρα, όπως γίνεταιστις ιερές μονές, και μάλιστα αν αυτός έχει πολλά πνευματικά τέκνα στην επιστασία του και τη συνοδοιπορία της σωτηρίας. Εξάλλου, για πολλές ψυχές με ελλειπτική προσωπικότητα και περιδεή συνείδηση, η εξομολόγηση δεν είναι στιβαρή πάλη αληθούς πνευματικής ελευθερίας, αλλά καταφύγιο απόθεσης ενοχικών συμπλεγμάτων, παραίτησης προσωπικών ευθυνών καιαρπαγής αυτοδικαιωτικής αξιοσύνης.

Για τους λόγους αυτούς, η υποχρεωτική συχνή εξομολόγηση, η οποία μάλιστα ταυτίζεται και με κάθε ευχαριστιακή προσέλευση, μπορεί να αποβεί εις βάρος του μυστηρίου της μετανοίας. Στην αυτεξουσιότητα της δεδοκιμασμένης προσελεύσεως του ανθρώπου, μετά την άδεια και ευλογία του πνευματικού του πατρός (η του καθηγουμένου του μοναστηριού η τουποιμένα της ενορίας).

4) Στην πρέπουσα συνεχή προετοιμασία της συντριβής, της μετανοίας και της άσκησης,χωρίς κωδικοποιήσεις τρόπων και χωρίς παρατηρήσεις ημερών. Είναι ανάγκη κατά αυτά πριν την  μετάληψη να επιτυγχάνεται η ψυχοσωματική αποκάθαρση από τον μολυσμό τωναμαρτιών και να τηρείται ο κανόνας της παιδαγωγικής επιτιμήσεως του πνευματικού πατρός.

Τούτο γίνεται η απαρχή της ευλαβείας και της ολοκάρδιας ευχαριστιακής πεποίθησης για την άξια μετοχή στα θεοποιά δωρήματα της θείας ευχαριστίας. Η άκρατη επιθυμία της συγκράσεως με τον Κύριο είναι ο παραχωρούμενος καρδιακός τόπος, ώστε ο κοινωνούμενος Υιός του Θεού να αναπαυθεί και να ποιήσει με τον άνθρωπο ένωση αγαπητική.

Η αυτομεμψία, η ανάμνηση του μεγαλείου της θυσίας του Χριστού, η τίμια συναίσθηση αναξιότητας, αλλά και η προσμέτρηση της αγαθότητας του Θεού, λίγο προ της μεταλήψεως,αίρει τη θρασύτητα της τρεπτής προαιρέσεως και χαρίζει το αναγκαίο πνευματικό θάρσοςκαιτην ψυχική ευρυχωρία στον προσερχόμενο, για να γίνει η ύπαρξή του θρόνος δεσποτικός, τόπος κεκρυμμένος, ταπεινός και ευλαβικός αληθούς προσκυνήσεως και νικητικής ευχαριστίας. Μόνον η αμέλεια, οι αμαρτητικές πτώσεις και η έκπτωση της αγάπης προς τονΚύριο στερούν από τον άνθρωπο τα χαρίσματα της θεοποιούενώσης και μετουσίας της ευχαριστίας. Αντιθέτως, η συνεχής άσκηση και σκληραγωγία, η περιφυλακή των εντολών, ηετοιμασία της καρδίας και η αγαπητική επιπόθηση της ευχαριστιακής υποδοχής τουμεταλαμβανομένου Κυρίου υψώνουν την ύπαρξη του ανθρώπου στην ωραιότητα του ευχαριστιακού ήθους και της θεώσεως.

Στην τήρηση της ψυχοσωματικής καθαρότητας κληρικών και λαικών από κάθε μολυσμό σαρκός και πνεύματος, από κάθε ρυπαρότητα, σπίλωση και ακαθαρσία οφθαλμών, διανοίας, συνειδότος, ψυχής, σώματος, στόματος, χειλέων και γλώσσης, για να προλαμβάνεται η ανάξια παράστασή τους προ του σώματος και του αίματος του μόνου καθαροτάτου Κυρίου. Η επίτευξη και η διατήρηση της διπλής αυτής, ψυχικής και σωματικής, καθαρότητας είναι δυνατή μόνο με την εθελούσια και αγωνιστική ζωή της εγκρατείας και της ασκήσεως. Στο πλαίσιο του προευχαριστιακού αιτήματος της σωματικής καθαρότητας και εγκρατείας εντάσσεται και ο προβληματισμός περί της σωματικής ακαθαρσίας ανδρός και γυναικός (καταμήνια) η της σαρκικής μίξεως των συζύγων ως εμποδίου για την άξια προσέλευση στον αγιασμό της Θείας Ευχαριστίας.

Στο ζήτημα αναφέρεται διεξοδικά ο άγιος Νικόδημος Αγιορείτης, ερμηνεύοντας τους ιερούς κανόνες, όπως άλλωστε και άλλοι προ αυτού πατέρες.

Ο θεοφώτιστος κάλαμος των Κολλυβάδων πατέρων, στοιχών στην παράδοση των Αγίων Πατέρων και στη μακραίωνη παρακαταθήκη του ησυχαστικού, αθλητικού, αγωνιστικού και ασκητικού ήθους των Ορθοδόξων, είδε τη συμβιωτική συνοδοιπορία των ομοζύγων ως άθλημα αγαπητικό και ως αγώνισμα ασκητικό· ποτέ ως αναπαυτικό καταφύγιο εμπαθείας η ως νομιμοποιητικό προκάλυμμα των παθών της ατιμίας.

Έτσι εγκράτεια και νηστεία συνυπάρχουν για τους συζύγους, και ως προς την εκπλήρωση του κανόνος των αγίων νηστειών της Εκκλησίας και ως προς την προευχαριστιακή ψυχοσωματική τους ετοιμασία για την άξια μετοχή στον αγιασμό της Θείας Κοινωνίας.  Ειδική, τέλος, προϋπόθεση για τους πιστούς είναι η ονομαζόμενη «ευχαριστιακή» νηστεία, δηλαδή η απολύτως προ της μετοχής στη θεία ευχαριστία απαιτούμενη.

Οι κανόνες κατ’ αρχάς δεν ορίζουν συγκεκριμένη ευχαριστιακή προετοιμασία, ούτε ημεραριθμούν συγκεκριμένη νηστεία προ της μεταλήψεως. Η πρόβλεψή τους είναι «η θεία ευχαριστία να προσφέρεται υπό νηστικών και να δίδεται σε νηστικούς». «Όθεν και οι μέλλοντες μεταλαβείν», γράφει χαρακτηριστικά, στην ερμηνεία του κατά κανόνα της Οικουμενικής, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, «έως προ του μεσονυκτίου έχουν την άδειαν να πίνουν νερόν και μετά ταύτα πρέπει να μη βάλουν τίποτε εις το στόμα, έως ου να μεταλάβουν»

 Εθιμικά δε και μέχρι σήμερα επικράτησε τάξη και συνήθεια, κατά την οποία οι ευλαβείς πιστοί, οι μέλλοντες να κοινωνήσουν, μένουν άσιτοι από την προηγούμενη εσπέρα, δηλαδή από το νωρίς παρατιθέμενο και λιτό δείπνο τους ή, τουλάχιστον, από το μεσονύκτιο. Οι Κολλυβάδες πατέρες αποδέχονται την προευχαριστιακή νηστεία ως αγαθή συνήθεια συνεχούς ασκήσεως και εγκρατείας, ποτέ όμως ως τυποποιημένη διεκπεραίωση κάποιας ορισμένης και αναγκαστικής υποχρέωσης. Ζητούν διακριτικά «την κατά δύναμιν νηστείαν» και δεν αναλίσκονται σε μετρήσεις και παρατηρήσεις ημερών. Η ευχαριστιακή νηστεία είναι άθλημα ελευθερίας και όχι επιβαλλόμενη υποχρέωση. Στηρίζεται στην άκρα προς το μυστήριο ευλάβεια του μέλλοντος να προσέλθει στην ευχαριστία και όχι στην τυπική τήρηση χρονικών σχημάτων. Απαιτεί την ποιότητα, χωρίς να ορίζει καταναγκαστικά την ποσότητα.

Τελικά γίνεται εμφανές ότι ο σοφός λόγος του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου περί της «κατά δύναμιν νηστείας» εξισορροπεί τα πράγματα μέσα στο πλαίσιο της ορθοδόξου παραδόσεως. Κύριος και της συχνότητας προσελεύσεως και της ευλαβικής αθλήσεως της προευχαριστιακής ετοιμασίας του είναι ο ίδιος ο ενσυνείδητος και αγωνιζόμενος πιστός άνθρωπος και ποτέ αυθαίρετα επιβαλλόμενες υποχρεωτικές νηστευτικέςημεραριθμήσεις. Ιδιαίτερα, για τους προσερχόμενους κατά αραιά διαστήματα, η διάκριση του πνευματικού πατρός θα ορίσει κατά περίπτωση περισσότερες η λιγότερες ημέρες προευχαριστιακής νηστείας.

Οι Κολλυβάδες αγαπούσαν την Εκκλησία, προέβαλλαν την αξία της παραδόσεως, υπενθύμιζαν την ορθή πράξη, μάχονταν υπέρ της τηρήσεως των κανόνων, εστηλίτευαν τις παραχαράξεις του ευχαριστιακού ήθους οποιαδήποτε προέρχονταν αυτές, ποτέ όμως δεν επέτρεψαν το πνευματικό και λειτουργικό τους «κίνημα» να εκπέσει σε φιλέριδες προ-στριβές και μάχες νομικές, ούτε, ακόμη περισσότερο, σε σχισματικές ιδιορρυθμίες ανατρεπτικές της εκκλησιαστικής ενότητας. Την ενότητα αυτή οι φιλοκαλικοί πατέρες την θεωρούσαν τελειούμενη μέσα στο πλαίσιο της θείας λειτουργίας και μέσα στον αγιασμό και την κοινωνία της ευχαριστίας.

Η απάντηση των Κολλυβάδων στις αιτιάσεις των ενστάσεων των αντιφρονούντων, ως προς το ζήτημα της συνεχούς μεταλήψεως, δεν είναι άλλο τι, παρά η απαραχάρακτη διαχρονικάευχαριστιακή διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Όπως και διδάσκοντας, έτσι καιαπαντώντας, οι φιλοκαλικοί πατέρες δεν πλάθουν λόγους εκ λογισμών, δεν βιάζουν νοηματικά τα χρησιμοποιούμενα κείμενα, ούτε επιχειρηματολογούν χωρίς να τεκμηριώνουν τις θέσεις τους.

Ο επίμονος ενίοτε τρόπος υπεράσπισης της ευχαριστιακής παραδόσεως από μέρους τωνΚολλυβάδων χαρακτηρίσθηκε εριστικό σχίσμα η ακόμη και αίρεση. Το επιχείρημα τωνπολεμίων της συνεχούς μεταλήψεως αντιστρέφεται. Φιλέριδες και απειλούντες την ενότητατης Εκκλησίας δεν είναι οι ενιστάμενοι του ευχαριστιακού ήθους της Ορθοδοξίας, αλλάεκείνοι που, παρά τη Γραφή, τους πατέρες και τους κανόνες, αποστρέφονται, με ποικίλεςπροφάσεις, τη ζωοποιό ψυχοτροφία της Θείας Κοινωνίας.

Αλλά και σήμερα, στις συνάξεις τωνπιστών, το γεγονός της αρνητικής αντιστροφής των ρόλων είναι εμφανές. Αντί οι πολλοί, οι μηκοινωνούντες από εμπόδιο η αδιαφορία, να αισχύνονται και ταπεινά να ζητούν τησυγκατάβαση των αδελφών της συνάξεως για το ακοινώνητον, εντελώς παραλόγωςαναγκάζονται να αισθάνονται δυσκολία αυτοί που προσπάθησαν για την διαδικασία τη προετοιμασίας και με φόβο Θεούκοινωνούντες πιστοί, υπό τα επιτιμητικά και κάποιες φορές αμήχανα βλέμματα των μη μετεχόντωνστα ευχαριστιακά δώρα και αναμενόντων ανυπόμονα την εξαιτίας της παρατάσεως της κοινωνίας επιτέλεση της θείας λειτουργίας.

Πολλές φορές η εναλλαγή των εννοιών μετουσίωση και μεταβολή, ερμηνεύεται ότι, για τους Κολλυβάδες υπάρχει ο ίδιος ορθόδοξος όρος, με την εναλλαγή του οίνου και του άρτου στο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, αν και ο δεύτερος με προέλευση από τον σχολαστικισμό, διαθέτει το περιεχόμενο των αριστοτελικών κατηγορημάτων αναφορικά με την έννοια της ουσίας. Ο καθαγιασμός των δώρων της Θείας Ευχαριστίας συντελείται μέσα από την καθαγιαστική ευχή αυτού του μυστηρίου με την επίκληση στο Άγιο Πνεύμα.